
O Μοχάμεντου Ουλντ Σλάχι, με καταγωγή απ’ τη Μαυριτανία, βρίσκεται επί έτη στις αμερικανικές φυλακές του Γκουαντάναμο στην Κούβα, δίχως να του έχει απαγγελθεί κατηγορία. Μόνος και φοβισμένος, δέχεται την απροσδόκητη συμμαχία της δικηγόρου Νάνσι Χολάντερ, και της βοηθού της, Τέρι Ντάνκαν, οι οποίες είναι έτοιμες να δώσουν μάχη υπέρ της δικαιοσύνης και κατά της κυβέρνησης των Η.Π.Α. Η έξω από τα συνηθισμένα τακτική τους, αλλά και η βοήθεια που θα πάρουν από έναν στρατιωτικό νομικό, θα φέρουν στο φως σοκαριστικές αλήθειες.
O σκηνοθέτης της ταινίας Kέβιν ΜακΝτόναλντ μας επιφυλάσσει ποικίλες εκπλήξεις, ανάμεσα σ’ αυτές και την επιλογή του να αναπαραστήσει τις σκηνές των βασανιστηρίων που λαμβάνουν χώρα στις διαβόητες φυλακές. Υπό αυτή την έννοια, το φιλμ μπορεί να ξενίσει σε κάποιους, οι οποίοι θεωρούν πως γνωρίζουν καλά πόσο παρακινδυνευμένο είναι ν’ αγγίζει κανείς τόσο ευαίσθητα ζητήματα όπως τα βασανιστήρια, οι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες των οποίων έχουν δει μάλιστα και το φως της δημοσιότητας.
Από την άλλη και αν το καλοσκεφτεί κανείς, μπορεί να τοποθετηθεί ως προς το ζήτημα (χωρίς ίχνος ειρωνείας) ως εξής: η σκηνοθετική απόπειρα του ΜακΝτόναλντ είναι μια ταινία όχι μόνο για μεγάλους, αλλά και για μικρούς. Και σ’ αυτό ακριβώς το σημείο κρύβεται και το αβαντάζ της σκηνοθεσίας του. Στον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο μας «περνάει» τις αποτρόπαιες πρακτικές φρίκης του Γκουαντάναμο. Κοινώς, δε μας «πετάει στα μούτρα» την πραγματικότητα, με σκοπό να μας «κάψει» τον εγκέφαλο (ή και τα μάτια). Εν αντιθέσει, μας δίνει μπόλικη τροφή για σκέψη…
Και αμέσως γεννώνται ερωτήματα του τύπου: τι ωθεί αλήθεια τους υποτιθέμενους υπερασπιστές του νόμου να εφαρμόζουν τέτοιες πρακτικές στους υποτιθέμενους παρανόμους; Γιατί στην ταινία του ΜακΝτόναλντ το κυρίως θέμα δεν είναι ο οίκτος για τους βασανισθέντες, αλλά η γνώση. Όπως άλλωστε ισχύει για την περίπτωση του ίδιου του Μοχάμεντου Ουλντ Σλάχι, του όποιου ο σκηνοθέτης αναπαράγει άρτια την ιστορία του, ως αδίκως κακοποιημένου υπόπτου για τρομοκρατία.
Χρυσή Σφαίρα Β’ Γυναικείου Ρόλου στη Τζόντι Φόστερ.